Η σφοδρά αναμέτρηση Καρχηδόνος και Συρακουσών (με έπαθλον την μεγαλόνησον Σικελία)
Ο Α΄ Σικελικός Πόλεμος (480 π.Χ.)
Μέρος 2
Η Καρχηδονιακή εκστρατεία και η μάχη της Ιμέρας
Αφορμή για την Καρχηδονιακήν εισβολήν εστάθη η αδιάκοπος διαμάχη μεταξύ του Θήρωνος τυράννου του Ακράγαντα και του Τηρίλλου, τυράννου της Ιμέρας. Νικητής της συρράξεως ανεδείχθη ο Θήρων και εξεδίωξεν τον Τήριλλον από την Ιμέρα. Παρά τις φιλικές του σχέσεις με τον εξορισθέντα ο Αναξίλαος του Ρηγίου δεν ετόλμα να αντιπαρατεθεί με τον συνασπισμόν των δυνάμεων του Ακράγαντος και των Συρακουσών. Έτσι, ο Τήριλλος κατέφυγεν στους Καρχηδονίους, από τους οποίους εζήτησεν βοήθειαν για να ανακτήσει τη θέση του.
Το γεγονός αυτό επέτρεψεν στους Καρχηδονίους να χρησιμοποιήσουν ως πρόφαση την επαναφοράν του Τηρίλλου στον θρόνο και να εκστρατεύσουν εναντίον της Σικελίας. Οι προπαρασκευές τους για την επερχομένη σύγκρουση είχαν ήδη ξεκινήσει και η πρόσκληση του έκπτωτου τυράννου να αναμιχθούν ενεργώς στα σικελικά πράγματα τους έδωσεν το έναυσμα για την εκστρατεία. Ο Τήριλλος ελειτούργησεν στην περίπτωση αυτήν όπως ο Ιππίας που παρεκίνει διαρκώς τον Πέρση βασιλέα να εκστρατεύσει εναντίον της γενεθλίου του πόλεως, των Αθηνών, έτσι και ο Τήριλλος προσεκάλει τους Καρχηδονίους να εμπλακούν στις εσωτερικές υποθέσεις των πόλεων της Σικελίας. Συμφώνως προς τον Διόδωρον Σικελιώτη υπήρξεν σαφώς ένας κοινός «δίαυλος επαφής» μεταξύ του Πέρση βασιλιά και των Καρχηδονίων, ώστε να πραγματοποιηθεί μία συντονισμένη επίθεση εναντίον του ελληνικού κόσμου και από την Ανατολήν και από τη Δύσην.
Πιθανότατα οι Φοίνικες διεμεσολάβησαν στην συνεννόηση των δύο μισελληνικών μερών, αποτελούντες τον συνδετικόν κρίκον των συνομιλιών. Ίσως, ο βασιλεύς της Περσίας να μην αντιμετώπιζεν τις ελληνικές πόλεις της Κάτω Ιταλίας ως ενδεχομένην σημαίνουσα απειλήν, όμως ένας πόλεμος εκεί θα τις εκράτει μακράν των γεγονότων που συνέβαιναν στην κυρίως Ελλάδα, οπότε δε θα τους επέτρεπαν να ενισχύσουν πολεμικώς τις μητροπόλεις τους, όταν εξεδηλούτο η περσική επίθεση. Όπως ευστοχότατα επεσήμανεν ο σπουδαίος Βρετανός κλασικιστής φιλόλογος και ιστορικός Μπράϊαν Χέρμπερτ Γοώρμινγκτον (1924–2013) : «Οι Καρχηδόνιοι θα ημπορούσαν να γνωρίζουν τα περσικά σχέδια ευκόλως, καθώς ένα μεγάλον μέρος του Περσικού Στόλου ηντλήθη από τις πόλεις της Φοινίκης και στην συνέχειαν, άνευ καμίας επισήμου συνεννοήσεως, ερύθμισαν αναλόγως τον χρόνον της παρεμβάσεώς τους στην Σικελίαν» (βιβλίον «Καρχηδών»,1958, εκδόσεις Robert Hale,Μπρίστολ).
Με την ολοκλήρωση των προπαρασκευών του επικεφαλής του στρατού των Καρχηδονίων εκλέγεται ο βασιλεύς στρατηγός Αμίλκας o A’ (της δυναστείας των Μαγωνιδών) και εκστρατεύει με 300.000 άνδρες, [οι οποίοι ήσαν κατά κύριον λόγο Σημίτες Φοίνικες, Μη Σημίτες / Προ-Ινδοευρωπαίοι Λίβυοι, Ίβηρες, Λίγυες ή Λίγυρες, Ελισύκοι, Σαρδήνιοι και Κύρνιοι (αρχαίοι Κορσικανοί)], περισσότερες από 200 τριήρεις και 3.000 μεταγωγικά πλοία, συμφώνως με όσα παραδίδει ο Διόδωρος ο Σιλελιώτης.
[Στην Καρχηδόνα της αρχαϊκής και κλασικής εποχής, σημαίνοντα ρόλο στο πολιτικόν σκηνικόν έπαιζε το βασιλικόν και μετέπειτα αριστοκρατικόν γένος των Μαγωνιδών. Οι Μαγωνίδες επήνδρωναν ηγετικές θέσεις στην πολιτικήν και στρατιωτικήν διοίκηση της πόλεως. Μάλιστα, οι περισσότεροι Καρχηδόνιοι στρατιωτικοί ηγέτες που ενεπλάκησαν στους Σικελικούς Πολέμους εναντίον των Συρακουσών ανήκαν στην συγκεκριμένη δυναστεία.]
Κατά την διάρκειαν της εκστρατείας του, ο στόλος διασχίσας το Λιβυκόν Πέλαγος έπεσεν σε τρικυμία με αποτέλεσμα να χαθεί μέγα μέρος των ιππέων και των αρμάτων. Ο στόλος προσορμίζεται στην Πάνορμο, όπου ο Αμίλκας αναπαύει τον στρατόν και επισκευάζει τις ζημίες που είχαν προκληθεί στα πλοία. Στην συνέχειαν, ο στρατός κινείται δια ξηράς εναντίον της Ιμέρας, συνοδευόμενος παρακτίως από τον στόλον.
Όταν έφθασεν έξω από την πόλη της Ιμέρας, ο Αμίλκας απεφάσισεν να στήσει δύο στρατόπεδα, ένα χαμηλόν εγγύς της θαλάσσης, όπου είχεν σύρει τα πλοία και ένα έτερον απέναντι από την πόλη, καταλαμβάνων την δυτικήν πλευρά. Αφού εξεφόρτωσεν όλες τις αναγκαίες προμήθειες, διέταξεν τα πλοία να αποπλεύσουν με κατεύθυνση την Λιβύη και την Σαρδηνία με την εντολήν να φέρουν σίτον για τον στρατόν. Μία πρώτη έφοδος των πολιορκημένων κατά των Καρχηδονίων εστάθη όλως ατυχής, κάτι που κατετρομοκράτησεν τον λαόν ο οποίος ευρίσκετο εντός των τειχών της πόλεως. Τότε ο Θήρων απέστειλεν επείγον μήνυμα στον Γέλωνα να επισπεύσει την άφιξή του.
Πράγματι, ο Γέλων, αφού συνεκέντρωσεν στρατόν 50.000 ανδρών και περίπου 5.000 ιππείς, έσπευσεν προς την πόλη της Ιμέρας. Μόλις φθάνει στην πόλη αποφασίζει να στήσει το στρατόπεδό του στην δεξιάν όχθη του ποταμού, εκμεταλλευόμενος την τοποθεσίαν και τα περάσματα, ώστε να περιορίσει αρκούντως τους Καρχηδονίους. Επιπροσθέτως, διατάζει το ιππικό του να εφορμήσει στηνν ύπαιθρον και να συλλέξει αιχμαλώτους. Οι ιππείς επέστρεψαν έχοντας συλλάβει 1.000 Καρχηδονίους, οι οποίοι ωδηγήθησαν σιδηροδέσμιοι σε φάλαγγα εντός της πόλεως, κάτι που ανεπτέρωσεν το ηθικόν των κατοίκων.
Ολίγες ημέρες αργότερον οι ιππείς του Γέλωνος συνέλαβαν ένα αγγελιαφόρον γραμματοκομιστήν των Σελινουντίων, ο οποίος κατηυθύνετο προς το στρατόπεδον των Καρχηδονίων. Ο Αμίλκας είχεν ζητήσει από την σύμμαχόν του, πόλη του Σελινούντος να αποστείλει ιππείς προς ενίσχυση του στρατού του. Την ημέραν μάλιστα που επρόκειτο να φθάσει το ιππικόν θα επραγματοποίει θυσίαν προς τον θεόν Βάαλ Σαπούν / Ποσειδώνα σε μιαν προσπάθειαν εξευμενισμού των θεών του εχθρού. Ο Γέλων ωργάνωσεν ένα ιδιαιτέρως τολμηρόν σχέδιον συμφώνως προς το οποίον Συρακούσιοι ιππείς θα προσεποιούντο τους Σελινουντίους, θα εφόνευαν τον Αμίλκα και θα έκαιαν τα πλοία των Καρχηδονίων. Επίσης, ετοποθέτησεν σκοπούς επί παρακειμένων λόφων, τους οποίους διέταξεν να σηκώσουν ένα καθορισμένον σήμα, όταν οι ιππείς θα ευρίσκοντο πλέον εντός του καρχηδονιακού στρατοπέδου για την τελικήν επίθεση.
Την επομένην ημέρα, με την ανατολήν του ηλίου οι Συρακούσιοι ιππείς ενεφανίσθησαν στο παραθαλάσσιον καρχηδονιακόν στρατόπεδον και έγιναν δεκτοί από τους φρουρούς ως Σελινούντιοι σύμμαχοί τους. Στην συνέχεια, κατηυθύνθησαν προς το μέρος όπου ο Αμίλκας ετέλει την θυσίαν. Εκεί εφόνευσαν τον Καρχηδόνιον βασιλέα και έβαλαν φωτιά στα πλοία. Οι σκοποί των λόφων εσήμαναν τα προσυμφωνηθέντα προς τον Γέλωνα, ο οποίος και εβάδισεν με τον στρατόν εναντίον του στρατοπέδου των Καρχηδονίων.
Η μάχη ήταν σφοδροτάτη, αλλά η είδηση του θανάτου του βασιλέως -στρατηγού Αμίλκα σε συνδυασμόν με την πυρκαϊά που κατέκαιε τα καρχηδονιακά πλοία ενεθάρρυνε τους Έλληνες και εφόβισε τους Καρχηδονίους, με αποτέλεσμα οι τελευταίοι να τραπούν σε άτακτον φυγήν. Η νίκη ήταν ολοκληρωτική για τους Έλληνες, οι οποίοι κυριολεκτικώς εξεμηδένισαν τον καρχηδονιακόν στρατό.
Οι ελληνικές δυνάμεις του Γέλωνος και του Θήρωνος διενήργησαν από κοινού κυκλωτικήν έφοδον εναντίον του χερσαίου κυρίως καρχηδονιακού στρατοπέδου στον νότον, όπου ήδρευεν η κυρίως μάζα των καρχηδονιακών στρατευμάτων εισβολής. Εκεί περιεκύκλωσαν, κατέσφαξαν ή ηχμαλώτισαν με μιαν ανηλεή «Μάχην Εξοντώσεως» όλους σχεδόν τους βαρβάρους» εχθρούς.
Σκελετοί δεκάδων στρατιωτών που έπεσαν στην μάχην της Ιμέρας ανεκαλύφθηκαν από ιταλούς αρχαιολόγους το 2009, σε μαζικούς τάφους. Συνολικώς ηύρον 63 σκελετούς ανδρών κάτω των 18 ετών και παραπλεύρως τους ευρέθηκαν και σκελετοί αλόγων. Αρχικώς οι επιστήμονες επίστευσαν ότι ήσαν σκελετοί θυμάτων κάποιας επιδημίας, όμως έφεραν βίαια τραύματα που εμαρτύρουν ότι είχαν σκοτωθεί σε μάχη. Συμφώνως με την τοποθεσίαν όπου ευρέθησαν και με την χρονολόγησή τους, είχαν αποθάνει το 480 π.Χ. στην μάχη της Ιμέρας.
Από την ιδικήν τους πλευράν, οι Καρχηδόνιοι παρέδιδαν μιαν διαφορετικήν, μεγαλοπρεπεστέραν, εκδοχήν για την μάχη και τον θάνατον του Αμίλκα, την οποίαν διέσωσεν ο Ηρόδοτος. Συμφώνως προς την ιστορίαν αυτήν, ενώ εμαίνετο η μάχη και ο Αμίλκας έθυεν στον βωμόν τα σφάγια, οι οιωνοί απεδεικνύοντο ευνοϊκοί για τους Καρχηδονίους. Ωστόσον, βλέπων τον στρατόν του να έχει τραπεί σε άτακτον φυγήν, ερρίφθη αυτοβούλως στην πυράν, ανεφλέγη και εξαφανίσθη. Οι Καρχηδόνιοι έκτισαν προς τιμήν του κενοτάφια και εξηκολούθουν να τον τιμούν για τα ανδραγαθήματά του.
Η περί της μάχης Παράδοση
Η παράδοση ήδη από την αρχαιότητα είχεν συνδέσει την εθνοσωτήριον ναυμαχία της Σαλαμίνος με την μάχην της Ιμέρας θεωρούσα πως αμφότερες διεξήχθησαν την ιδίαν ημέρα. Ο Ηρόδοτος, ο οποίος στο έργον του καταγράφει την σύγκρουση μεταξύ Ελλήνων και Περσών, είναι ο πρώτος που υπεστήριξεν την άποψη αυτήν, την οποίαν υιοθετεί ο Αριστοτέλης στο έργο του «Περί Ποιητικής», αλλά και ο Πίνδαρος στον πρώτον «Πυθιόνικον», ο καθείς τους για διαφορετικούς λόγους. Αργότερον, ο Έφορος, ο Κυμαίος εξ Αιολίδος ιστορικός του 4ου αιώνος π.Χ., ο οποίος απετέλεσεν και πηγή του Διοδώρου Σικελιώτη, εθεώρει πως η μάχη της Ιμέρας επραγματοποιήθη την ιδίαν ημέραν με την μάχην των Θερμοπυλών.
Η μικρά χρονική απόσταση η οποία χωρίζει τις μάχες σε συνδυασμόν με τον κοινόν χαρακτήρα και την κοσμοϊστορικήν σημασίαν των νικών του ελληνικού κόσμου σε Ανατολή και Δύση εναντίον των βαρβάρων, προφανώς συνέβαλε στον παραλληλισμόν των δύο μεγαλειωδών νικών των Ελλήνων. Πιθανόν, η αυλή του τυράννου των Συρακουσών να έπαιξεν κομβικόν ρόλον στην διάδοση αυτής της πανελληνίου και πανελληνιστικής προπαγάνδας που εύρεν άμεσον απήχηση στην συνείδηση των Ελλήνων.
Οι ουσιώδεις συνέπειες της μάχης
Οι Καρχηδόνιοι ηναγκάσθησαν να συνάψουν ειρήνην με το Γέλωνα, ο οποίος όμως επέδειξεν εξόχως μετριοπαθή στάση και δεν επέβαλεν δυσβαστάκτους όρους, μολονότι οι Συρακούσιοι είχαν αναμφισβητήτώς νικήσει τους αντιπάλους τους κατά κράτος.
Ο Γέλων δεν διενήργησεν περαιτέρω επιθέσεις εναντίον των καρχηδονιακών κτήσεων στην δυτικήν Σικελίαν, ούτε επετέθη στο Ρήγιο (νυν Ρέτζο ή Ρέτζιο ντι Καλάμπρια) στην Καλαβρίαν της Κάτω Ιταλίας, πόσο μάλλον στην Καρχηδόνα στην Βόρειον Αφρική, μολονότι προς στιγμήν οι Καρχηδόνιοι εφοβήθησαν τα χείριστα και προητοίμασαν την πρωτεύουσάν τους για πολιορκίαν ενόψει της ολοσχερούς στρατιωτικής συντριβής τους!
Αντιθέτως, η σύρραξη έληξε με την επιβολήν όντως μετριοπαθών και όχι δυσβαστάκτων, επαχθών όρων στην Καρχηδόνα. Βεβαίως οι ηττημένοι Καρχηδόνιοι υπεχρεώθησαν σε καταβολήν βαρείας πολεμικής αποζημιώσεως ύψους 2.000 αργυρών ταλάντων (βάρους περίπου 52 τόνων, αξίας 12.000.000 αργυρών αττικών δραχμών ή περίπου σημερινών 52.000.000 €), αλλά δεν έχασαν εδάφη, ούτε απώλεσαν τα προγεφυρώματά τους στο δυτικόν τμήμα της Σικελίας.
Με αυτήν την ρύθμιση, ο Γέλων μάλλον επεχείρησεν να παρεμποδίσει την υπερβολικήν ανάπτυξη της δυνάμεως του Θήρωνος και των Ακραγαντίνων, διατηρών σε ρόλον φοβήτρου – αντιπάλου δέους τους ηττηθέντες Καρχηδονίους και τις τρεις αποικίες-προπύργιά τους, (που αυτοί εσυνέχισαν να διατηρούν και να κατέχουν ανενόχλητοι στην Σικελία). Βεβαίως, η συμμαχία και στενή συνεργασία μεταξύ Συρακουσών και Ακράγαντος εσήμανε τον έλεγχον σχεδόν ολοκλήρου της Σικελίας από τον συνασπισμόν των δύο αυτών ελληνικών πόλεων επί δεκαετίες. Την πρωτοκαθεδρίαν τους ανεγνώρισαν ακόμη και οι αντίπαλες ισχυρές ελληνικές πόλεις του Ρηγίου και του Σελινούντος, που έκτοτε προσεδέθησαν στο άρμα των Συρακουσών.
Τα κυριότερα μέτρα της συνθήκης προέβλεπαν τα εξής:
• Οι Καρχηδόνιοι διετήρησαν τις κτήσεις και τους συμμάχους τους στην Σικελίαν, ωστόσον όλοι αυτοί ήλθαν σε συμβιβασμόν με το Γέλωνα.
• Οι Καρχηδόνιοι υπεχρεώθησαν να καταβάλουν αποζημίωση ύψους 2.000 ταλάντων στον τύραννον των Συρακουσών. Επίσης, υπεχρεούντο να ανοικοδομήσουν δύο ναούς στους οποίους θα εχαράσσοντο επιγραφές με τα κείμενα της συνθήκης.
• Η πόλη της Ιμέρας ενετάχθη στον άξονα επιρροής των Συρακουσών και του Ακράγαντος.
Ο Γέλων κατώρθωσεν να εδραιωθεί, να παγιώσει και να ενισχύσει την εξουσίαν του στην Σικελίαν. Η νίκη του κατά των Καρχηδονίων έλαβεν πανελλήνιον χαρακτήρα και του προσέδωκεν μείζονα αίγλη και ισχύ. Με την πάροδον των ετών οι Συρακούσες έγιναν το πολιτικόν και πνευματικόν κέντρο όχι μόνον της Σικελίας, αλλά ολοκλήρου της Κάτω Ιταλίας, της Μεγάλης Ελλάδος. Τα λάφυρα τα οποία συνεκεντρώθησαν μετά την περηφανή νίκη εχρησιμοποιήθησαν για την οικοδόμηση ναών και την αποστολήν αναθημάτων στα ιερά κέντρα της κυρίως Ελλάδος, όπως η Ολυμπία και οι Δελφοί.
Ο θαυμάσιος θρίαμβος των ελληνικών όπλων στην Μάχην της Ιμέρας απετυπώθη λίαν ευγλώτως κατά την ηρωικήν εκείνην περίοδον εθνικής ανατάσεως για τους Έλληνες σε επίγραμμα του μεγάλου λυρικού ποιητή Σιμωνίδη του Κείου, εμπνευστή ανάλογων επιγραμμάτων τα οποία «κοσμούν» τον Ελληνικόν ηρωισμόν και το κλέος των Περσικών Πολέμων και τα διαλαλούν στην αιωνιότητα. Το σχετικόν επίγραμμα με το οποίον οι Έλληνες της Σικελίας εξέφραζαν την ευγνωμοσύνην τους στους θεούς, ανηρτήθη στον τρίποδα που αφιερώθη στους Δελφούς, Ομφαλόν της Ελλάδος και της Γης, περιλαμβάνει δε τους εξής θαυμασίους στίχους, τόσον εκφραστικούς και παραστατικούς:
Φημί Γέλων’ , Ιέρωνα, Πολύζηλον, Θρασύβουλον,
παίδας Δεινομένευς, τον τρίποδ’ ανθέμεναι,
εξ εκατόν λιτρών και πεντήκοντα ταλάντων
Δειμαρετίου χρυσού, τας δεκάτας δεκάταν,
βάρβαρα νικήσαντες έθνη• πολλήν δε παρασχείν
σύμμαχον Έλλησιν χείρ’ ες ελευθερίην.
«Διαλαλώ ότι οι Γέλων, Ιέρων, Πολύζηλος, Θρασύβουλος, υιοί του Δεινομένη, αφιέρωσαν τους τρίποδες,νικώντες βάρβαρα έθνη, ενώ προσέφεραν πολλήν συμμαχικήν επικουρία στους Έλληνες για την ελευθερία»
Ένα μέρος των λαφύρων εχρησιμοποιήθη για την κοπήν αργυρών νομισμάτων που ωνομάσθησαν «Δαμαρέτεια» προς τιμήν της Δαμαρέτης, συζύγου του Γέλωνος, που υπεστήριξεν εντόνως την ειρήνην. Ανάλογες ήσαν και οι κινήσεις του Θήρωνος, ο οποίος εχρησιμοποίησεν τον πλούτον που κατέλειπαν οι ηττηθέντες Καρχηδόνιοι κτίζων λαμπρά οικοδομήματα και καθιστών τον Ακράγαντα την ευμορφοτέραν πόλη της Σικελίας.
Οι Έλληνες της Σικελίας επέτυχαν μια σημαντική νίκη, η οποία εσήμανε τότε τον τερματισμόν των επιθετικών ενεργειών των Καρχηδονίων στην ευρυτέραν περιοχήν της Ιταλίας, προσφέρουσα αδιατάρακτον σταθερότητα για τον επόμενον αιώνα.
Στον αντίποδα, οι ηττημένοι του πολέμου Καρχηδόνιοι περιωρίσθησαν στις νοτιοδυτικές τους κτήσεις στην Σικελία και αφιερώθησαν στην παγίωση της αυτοκρατορίας τους στις βόρειες ακτές της Αφρικής και στο εμπόριον στην δυτικήν Μεσόγειον.
«Στον Βοράν οι Ετρούσκοι έχασαν έδαφος από τους Ιταλιώτες Έλληνες. Στην Ανατολήν η Σαλαμίς απεδείχθη μια περσική καταστροφή. Ήταν μια εποχή για να λείχονται τα καμένα δάκτυλα. Με σύνεση οι Καρχηδόνιοι στην Σικελία επέστρεψαν στην Μοτύη και την μακρινή Δύση, αφήνοντες τους Σικελιώτες να επιλύσουν τους ιδικούς τους διαπληκτισμούς. Η εκδίκηση θα έλθει αργότερον. Προς το παρόν, η Αφρική, παρ΄ όλες τις άγριες ερήμους της, εφαίνετο ως η ασφαλεστέρα θέση». [όρα «Καταστρέψατε την Καρχηδόνα! Ο επιθανάτιος ρόγχος ενός αρχαίου πολιτισμού» Άλαν Λόϋντ, 1977, εκδόσεις Souvenir, Λονδίνο].
Γιάννης Ηλιού
