ΚΙΤΟ ΚΟΥΑΝΑΒΑΛΕ Μέρος 2

Η ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΕΠΙΘΕΣΗΣ
Στις 10 Σεπτεμβρίου 1987 η 21η Ταξιαρχία έστειλε δύο τάγματα, συνοδευόμενα από πέντε άρματα μάχης Τ-55, με σκοπό να διασχίσουν τον ποταμό Λάμπα με τη χρήση γεφυροφόρου-γεφυροθέτη. Οι Νοτιοαφρικανοί παρατηρητές που επιτηρούσαν το πέρασμα, έμειναν έκπληκτοι από την υπεραισιόδοξη συμπεριφορά
του εχθρού, οι στρατιώτες του οποίου περιφέρονταν άσκοπα με τα χέρια στις τσέπες, «χαζεύοντας» τη γεφυροθεσία. Η νοτιοαφρικανική δύναμη αναγνώρισης αποτελείτο από τέσσερα τεθωρακισμένα Ratel-90 και 240 πεζούς σε 30 οχήματα μάχης Casspir. Οι Νοτιοαφρικανοί διατάχθηκαν να περιμένουν ώστε να διαπιστώσουν πώς θα ενεργήσουν οι FAPLA. Οταν ένα ανγκολέζικο τεθωρακισμένο άρχισε να κυλά στη γέφυρα, οι Νοτιοαφρικανοί επιτέθηκαν. Ενα αντιαρματικό βλήμα κατέστρεψε το τεθωρακισμένο και σκότωσε τους πεζούς γύρω του. Ενα δεύτερο βλήμα κατέστρεψε τον γιγαντιαίο σοβιετικό γεφυροθέτη GAZ. Οι Νοτιοαφρικανοί επικεντρώθηκαν έπειτα στα άρματα μάχης Τ-55 που άρχιζαν να κινούνται δυτικά και εντός ολίγων λεπτών κατέστρεψαν τρία από αυτά. Τα υπόλοιπα δύο υποχώρησαν αμέσως. Τα πυρά πυροβολικού από τα G-5, που είχαν ταχθεί σε κάποια απόσταση πίσω από τις νοτιοαφρικανικές γραμμές, εξολόθρευσαν μέχρι το τέλος της ημέρας ένα ολόκληρο τάγμα των FAPLA, αφήνοντας το υπόλοιπο της εχθρικής δύναμης να υποχωρήσει σε πλήρη σύγχυση πέρα από τον ποταμό.

Τρεις ημέρες αργότερα, στις 13 Σεπτεμβρίου, σε μια δεύτερη προσπάθεια να εγκαταστήσουν ένα προγεφύρωμα, οι FAPLA έστειλαν δύο τάγματα της 59ης Ταξιαρχίας με άρματα μάχης Τ-55. Οι Νοτιοαφρικανοί και η UNITA αντεπιτέθηκαν αμέσως, με τα Ratel-90 να βάλλουν βλήματα κατά προσωπικού στις πυκνές μάζες του συγκεντρωμένου εχθρικού πεζικού. Επίσης από τα Casspir οι στρατιώτες εξαπέλυαν καταιγιστικά πυρά πολυβόλων και τυφεκίων στον εχθρό. Οι Ανγκολέζοι άρχισαν να υποχωρούν, αλλά βρέθηκαν εκτεθειμένοι σε ακάλυπτο έδαφος, καθώς συνάντησαν μια ελώδη περιοχή στην πορεία τους προς τον ποταμό Λάμπα. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, περισσότεροι από διακόσιοι μαχητές των FAPLA έπεσαν νεκροί. Η δύναμη της SADF και της UNITA άρχισε να διαλύει τις τελευταίες ομάδες εχθρών που απέμειναν, όταν ξαφνικά εμφανίστηκαν τα εχθρικά άρματα μάχης, προκαλώντας το χάος και σκορπίζοντας τα ελαφρά τεθωρακισμένα Ratel και τα Casspir προς όλες τις κατευθύνσεις.Εντούτοις, μόλις οι Νοτιοαφρικανοί καλύφθηκαν στην παρακείμενη θαμνώδη βλάστηση, άρχισαν να βάλλουν με πυκνά
αντιαρματικά πυρά εναντίον των ανγκολέζικων αρμάτων, τα οποία βρέθηκαν σε μειονεκτική θέση, καθώς οι επιμήκεις σωλήνες των πυροβόλων τους τα καθιστούσαν δύσχρηστα μέσα στους πανύψηλους θάμνους. Τα Ratel, που είχαν το
πλεονέκτημα της ταχύτητας και της ικανότητας ελιγμών σε περιορισμένο χώρο, άρχισαν να περικυκλώνουν τα άρματα περισσότερο, έως ότου βρέθηκαν πίσω από
αυτά, οπότε και άνοιξαν πυρ. Μέχρι το τέλος της εμπλοκής, πέντε άρματα είχαν καταστραφεί, και 250 και πλέον στρατιώτες των FAPLA ήταν νεκροί, με αντίστοιχη
απώλεια οκτώ νεκρών και τριών τεθωρακισμένων από την πλευρά της SADF.

Οι Νοτιοαφρικανοί, μετά από τον αρχικό κλονισμό τους, προσάρμοσαν ανάλογα την τακτική τους, αποδεικνύοντας ότι τα τεθωρακισμένα τους μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τα άρματα με έναν συνδυασμό ταχείας κίνησης και ακριβέστατων φονικών πυρών, τακτική μάχης,που θυμίζει αυτή που ακολούθησαν οι Μπόερς περιορίζοντάς τα ολοένα και εναντίον των Βρετανών, πριν από περίπου 80 χρόνια.

Αφότου είχε ολοκληρωθεί πλέον η πρώτη σειρά εμπλοκών, οι Νοτιοαφρικανοί διατάχθηκαν να μη διασχίσουν τον ποταμό Λόμπα, αλλά να εγκαταστήσουν μια γραμμή άμυνας πίσω από αυτόν, ώστε να παρεμποδίσουν κάθε ενδεχόμενη προέλαση των Ανγκολέζων και των Κουβανών. Τα βαρέα πυροβόλα G-5 συνέχισαν να σφυροκοπούν τους Ανγκολέζους ανελέητα, ενώ η Νοτιοαφρικανική Αεροπορία πραγματοποίησε πολυάριθμες αποστολές βομβαρδισμού ώστε να προσβάλει τις αντιαεροπορικές εγκαταστάσεις του εχθρού. Συγχρόνως, το πυροβολικό των FAPLA βομβάρδιζε τις νοτιοαφρικανικές θέσεις με όλμους και βαρέα πυροβόλα. Η 21η Ανγκολέζικη Ταξιαρχία συνέχισε να συγκεντρώνει κάθε είδους εφόδια στη δική της πλευρά του ποταμού Λάμπα, αλλά οι νοτιοαφρικανικοί βομβαρδισμοί παρακώλυσαν σοβαρά την προσπάθειά της να επαναλάβει την προέλαση.

Οι Νοτιοαφρικανοί Αναγνωριστές (Recces,ειδικές δυνάμεις της SADF αντίστοιχες της βρετανικής SAS) είχαν τον εχθρό υπό συνεχή παρατήρηση, ευρισκόμενοι σε κρυμμένα πλεονεκτικά σημεία, συχνά σε απόσταση μικρότερη των 50 μέτρων από τις εχθρικές θέσεις. Καθ’ όλη τη διάρκεια της εκστρατείας, οι Αναγνωριστές παρέμεναν επί ημέρες ή ακόμη και εβδομάδες στις θέσεις παρατήρησης, απ’ όπου καθοδηγούσαν τα πυρά των πυροβόλων G-5 στις θέσεις του FAPLA. Ο εχθρός γνώριζε ότι βρίσκονταν πολύ κοντά του, αλλά δεν κατάφερε ποτέ να τους εντοπίσει. Η 47η Ανγκολέζικη Ταξιαρχία είχε επίσης επιβραδύνει την προέλασή της λόγω των νοτιοαφρικανικών βομβαρδισμών πυροβολικού και αεροπορίας. Ενώ κινείτο κατά μόλις ένα χιλιόμετρο την ημέρα, οι Νοτιοαφρικανοί την παρέσυραν αργά σε μια «ζώνη εξόντωσης» της επιλογής τους.

Μεσολάβησε ένα σύντομο διάλειμμα στον αγώνα, όταν η Νότια Αφρική και η Ανγκόλα συμφώνησαν τελικά να ανταλλάξουν αιχμαλώτους. Ενας Νοτιοαφρικανός αναγνωριστής, ο λοχαγός Βίναντ ντυ Τουά, ο οποίος συνελήφθη από άνδρες των FAPLA το 1985, ανταλλάχθηκε για 170 στρατιώτες του FAPLA που είχαν συλληφθεί από τη SADF και τη UNITA. Μερικοί Ολλανδοί λαθρέμποροι όπλων, συνεργάτες του MPLA που είχαν συλληφθεί στη Νότιο Αφρική, συμπεριελήφθησαν επίσης στην ανταλλαγή αιχμαλώτων.

Σύμφωνα με πηγές της «Διεθνούς Αμνηστίας», οι 170 απελευθερωθέντες στρατιώτες των FAPLA μεταφέρθηκαν στην πρωτεύουσα της Ανγκόλας Λουάντα, όπου με τη συνήθη σοβιετικού τύπου μεθοδολογία, εκτελέστηκαν από τους συμπατριώτες τους για «αποτυχία στο καθήκον τους». Λαμβάνοντας υπόψη αυτό το περιστατικό, δεν προκάλεσε έκπληξη στα νοτιοαφρικανικά στρατεύματα η διαπίστωση ότι, πολλοί συλληφθέντες μαχητές των FAPLA εξέφρασαν πηγαίο ενδιαφέρον να προσχωρήσουν στη UNITA, ή ρωτούσαν ακόμη και για ενδεχόμενη δυνατότητα ένταξής τους στη SADF!

Η 47η Ταξιαρχία, ήδη ανίκανη να υποχωρήσει, πραγματοποίησε μια απελπισμένη προσπάθεια να αποκαταστήσει επαφή με την 59η Ταξιαρχία. Τότε οι Νοτιοαφρικανοί επιτέθηκαν με τα Ratel τους στον εχθρό από τα δυτικά. Είχαν διαθέσιμους 250 άνδρες για να επιτεθούν σε μια δύναμη 1.000 και πλέον ανδρών, εξοπλισμένων με βαρέα όπλα. Η SAAF έριξε βόμβες κατακερματισμού στις θέσεις των FAPLA και έπειτα το 61ο Μηχανοκίνητο Τάγμα ελίχθηκε από πίσω τους. Η μετακίνηση μέσα στους θάμνους υπήρξε δυσχερής και τα Ratel του 61ου Τάγματος κατέληξαν στο πλευρό του εχθρού αντί να βρεθούν στα μετόπισθέν του. Υστερα από μια ταχεία εμπλοκή, τα Ratel αποσύρθηκαν, επειδή δεν μπορούσαν να διακρίνουν άμεσα τον εχθρό, επισύροντας σφοδρά πυρά του εχθρικού πυροβολικού. Η 59η Ταξιαρχία άρχισε να περιχαρακώνεται και έλαβε ενισχύσεις και προμήθειες από την 21η Ταξιαρχία, η οποία είχε επιτύχει την τοποθέτηση μιας κινητής γέφυρας πάνω από τον ποταμό Κουνζουμπία. Η SADF ανησύχησε ότι η 47η Ταξιαρχία θα κατόρθωνε να δραπετεύσει πέρα από τον ποταμό και, ενώ η 59η Ταξιαρχία κινείτο προς τη λεπτή νοτιοαφρικανική αμυντική γραμμή, αποφάσισε ότι
ήταν η κατάλληλη στιγμή να κλείσει την παγίδα που προετοίμαζε.

3η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1987 – Η ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΗ ΜΑΧΗ
Στις 2 Οκτωβρίου οι Νοτιοαφρικανοί Αναγνωριστές ανέφεραν ότι η 47η Ταξιαρχία είχε καταφέρει να κατασκευάσει έναν ξύλινο δρόμο στα έλη που εμπόδιζαν την υποχώρησή της προς τον ποταμό Λάμπα. Τα φορτηγά, οι μεταφορείς βλημάτων, τα τεθωρακισμένα και τα άρματα μάχης ήταν απασχολημένα συγκεντρωνόμενα κοντά σε μια δενδρογραμμή προκειμένου να προβούν σε τακτική υποχώρηση πέραν του δρόμου. Οι Αναγνωριστές, παρατηρώντας τον εχθρό από τις παραλλαγμένες θέσεις τους επάνω στα κοντινά δένδρα, κατεύθυναν με ακρίβεια τα πυρά του πυροβολικού στις FAPLA, ενώ οι ομάδες μάχης της SADF περίμεναν στις θέσεις τους πανέτοιμες.

Τα πρώτα οχήματα των FAPLA που προσπάθησαν να διασχίσουν τον δρόμο ήταν ένα ζεύγος σοβιετικών αντιαεροπορικών SA-9. Το ένα διέσχισε τον δρόμο με ασφάλεια, αλλά οι Αναγνωριστές καθοδήγησαν τα πυρά πυροβολικού στο δεύτερο, καταστρέφοντάς το και εμποδίζοντας αποτελεσματικά τη διέλευση στη γέφυρα. Τα στρατεύματα των FAPLA απέστειλαν ένα άρμα μάχης Τ-55 σε μια προσπάθεια για νέα διέλευση, χωρίς επιτυχία.
Σε κάθε κίνηση των FAPLA, οι Αναγνωριστές κατεύθυναν με ιδιαίτερα ακριβείς οδηγίες τα καταστροφικά πυρά του νοτιοαφρικανικού πυροβολικού. Επί 48 ώρες χωρίς ύπνο ή ανάπαυση, επιτηρούσαν τη διαδρομή διαφυγής των FAPLA, καλώντας πυρά πυροβολικού στην παραμικρή κίνηση του εχθρού, έως ότου άκουσαν επιτέλους το απόμακρο βουητό που ανήγγειλε την άφιξη των τεθωρακισμένων του 61ου Μηχανοκινήτου Τάγματος. Τα Ratel του 61ου διέθεταν ποικίλο εξοπλισμό, από πυροβόλα των 20 mm έως αντιαρματικά πυροβόλα των 90 mm. Στο μεταξύ, τα στρατεύματα της UNITA είχαν ήδη τοποθετηθεί στα νοτιοανατολικά της 47ης Ταξιαρχίας, για την περίπτωση που θα προσπαθούσε να διαφύγει προς αυτή την κατεύθυνση. Το πυροβολικό των FAPLA άρχισε να βομβαρδίζει τα προσεγγίζοντα Ratel, ενώ MiG πετούσαν πάνω από την περιοχή προκειμένου να προσφέρουν από αέρος υποστήριξη και να καλύψουν τη διαφυγή
της 47ης Ταξιαρχίας. Τα Ratel ξεκίνησαν την επίθεσή τους. Οι FAPLA, εξοικειωμένες με την εσπευσμένη υποχώρηση της UNITA όποτε εμφανίζονταν τα άρματα μάχης τους, δοκίμασαν την ίδια τακτική, αποστέλλοντας άρματα προς τις θέσεις της SADF. Προς μεγάλη τους έκπληξη, η αντίδραση των Νοτιοαφρικανών ήταν ακριβώς η αντίθετη: αντεπιτέθηκαν άμεσα!

Τα Ratel έσπευσαν προς τα άρματα, τα περιέβαλαν με παλινδρομικές κινήσεις έως ότου βρεθούν σε κατάλληλη θέση για να πλήξουν τα συγκριτικά τρωτότερα οπίσθια τμήματα των αρμάτων. Ο ταγματάρχης Λώρενς Μαρή, υποδιοικητής του 61ου Μηχανοκινήτου Τάγματος, δήλωσε αργότερα στον Βρετανό δημοσιογράφο και συγγραφέα Φρέντ Μπρίντγκλαντ: «Δεν μπορώ να σας περιγράφω πόσο θάρρος χρειάζεται για τον οδηγό και τον πυροβολητή ενός Ratel όταν τους επιτίθεται ένα άρμα, ώστε να σταματήσουν για λίγο το όχημα και να σταθεροποιήσουν το σύστημα πυρός προκειμένου να βάλουν εναντίον του εχθρού (αντίθετα από ένα άρμα μάχης Τ-54 ή Τ-55, που έχει ενσωματωμένους σταθεροποιητές βολής και μπορεί να βάλλει σε κίνηση, ένα Ratel, όπως και πολλά άλλα τεθωρακισμένα οχήματα, μπορεί να βάλλει μόνο από στατική θέση). Φυσικά, μόλις έβαλλαν, έτρεχαν γρήγορα σαν στροβιλοκίνητοι λαγοί! Ενας από τους άνδρες μας πέθανε εκείνο το απόγευμα, αντιμετωπίζοντας ένα Τ-55 με το Ratel του. Ενα βλήμα των 100 mm από το άρμα, αναπήδησε στο αμμώδες έδαφος και διαπέρασε τον πυργίσκο του τεθωρακισμένου. Ο αρχηγός του, υπολοχαγός Χιντ, υπέστη τρομερά τραύματα και αργότερα πέθανε. Είχαμε άλλους δύο πολύ σοβαρά τραυματίες εκείνη την ημέρα, και τρεις ακόμη με ελαφρά τραύματα. Οι ιατροί αφαίρεσαν απλώς τα θραύσματα από εκείνους που τραυματίστηκαν ελαφρά, καθάρισαν και έδεσαν τις πληγές τους και οι άνδρες αυτοί επέστρεψαν κατευθείαν στη μάχη».

Οι FAPLA, παρότι διέθεταν τεράστια υπεροπλία σε σχέση με τους Νοτιοαφρικανούς (τους οποίους και ξεπερνούσαν σε αριθμητική αναλογία 4 προς 1), άρχισαν να χάνουν το ηθικό τους και ένα από τα τάγματά τους έκανε ξαφνική στροφή προς τον ποταμό. Συνέρρεαν σαν απείθαρχος όχλος σε ένα ανοικτό λιβάδι προς τον ποταμό, ενώ οι Νοτιοαφρικανοί τους «έραιναν» με ρουκέτες και βλήματα
όλμων. Ενα δεύτερο τάγμα «έσπασε» επίσης και στράφηκε προς τον ποταμό καθώς τα Ratel το κατεδίωκαν. Περίπου 100 ανγκολέζικα οχήματα έσπευδαν προς τη γέφυρα μέσω του ξύλινου δρόμου. Οι Αναγνωριστές κατεύθυναν τα πυρά των πυροβόλων G-5 επάνω τους, προκαλώντας κυριολεκτικά τον όλεθρο. Ολη η περιοχή είχε πλέον μεταβληθεί σε ερημότοπο με τσακισμένα δένδρα και πυρπολημένη βλάστηση από τα βλήματα των δύο πλευρών.

Τα MiG των Κουβανών πραγματοποίησαν 60 εξόδους εκείνη την ημέρα, βομβαρδίζοντας τις νοτιοαφρικανικές θέσεις, αλλά τα πλήγματά τους δεν ήταν αρκετά εύστοχα και είχαν ελάχιστη επίδραση στην εξέλιξη της μάχης. Τα άρματα μάχης των FAPLA κατέβαλαν προσπάθεια να ανακτήσουν μερικά από τα εγκαταλελειμμένα οχήματα, αλλά καταστράφηκαν και τα ίδια από την εξαιρετική ακρίβεια πυρών των G-5. Οταν τα πυρά σταμάτησαν τελικά στο τέλος της ημέρας, περισσότεροι από 600 στρατιώτες των FAPLA κείτονταν νεκροί σε εκείνο το τμήμα ανοικτού εδάφους και 127 σχήματά τους βρίσκονταν εγκαταλελειμμένα κοντά στον ποταμό.

Το πρωί της 4ης Οκτωβρίου οι Νοτιοαφρικανοί ήταν σε θέση να ερευνήσουν τα υπολείμματα του πεδίου της μάχης. Ομάδες αποκατάστασης ζημιών στάλθηκαν για να περισώσουν κάθε χρησιμοποιήσιμο μέσο, και οι στρατηγοί της SADF αισθάνθηκαν πανευτυχείς όταν πληροφορήθηκαν ότι άνδρες τους κατόρθωσαν να περισώσουν άθικτο και πλήρες ένα από τα σοβιετικά αντιαεροπορικά συστήματα SA-8, με τα βλήματά του και τα οχήματα ραντάρ και διοικητικής μέριμνας. Ηταν το πρώτο δείγμα αυτού του ιδιαίτερα αποτελεσματικού σοβιετικού όπλου που λαφυραγωγήθηκε ποτέ από μια Δυτική χώρα.

Τα υπολείμματα της 21ης και 59ης Ταξιαρχίας είχαν ενώσει τις δυνάμεις τους και προσπαθούσαν να αναδιοργανωθούν. Μερικές ανταλλαγές πυρών ξέσπασαν με στρατεύματα της SADF και της UNITA που κινούντο στο πεδίο της μάχης προσπαθώντας να περισώσουν τον εξοπλισμό.Κάποιοι άπειροι και ανεκπαίδευτοι
στρατιώτες της UNITA προκάλεσαν σχεδόν πανδαιμόνιο και χάος, καθώς προσπαθούσαν να μετακινήσουν τα άθικτα κατειλημμένα εχθρικά άρματα.

Οι Νοτιοαφρικανοί υπέκλεψαν μηνύματα από τους Σοβιετικούς διοικητές, οι οποίοι διέταζαν τα στρατεύματα και τα MiG των FAPLA να καταβάλουν κάθε απαιτούμενη
προσπάθεια ώστε να καταστρέψουν τον εγκαταλελειμμένο εξοπλισμό, όμως οι Νοτιοαφρικανοί είχαν ήδη μεταφέρει το SA-8 πίσω από τις θέσεις τους και το είχαν
καλύψει καλά. Η UNITA αργότερα απαίτησε αυτό το SA-8, με σκοπό την παράδοσή του στους Αμερικανούς, όμως η Νότια Αφρική, ενθυμούμενη τον τρόπο με τον οποίο η Αμερική είχε εγκαταλείψει τους συμμάχους της στην Ανγκόλα, αρνήθηκε και κράτησε το αντιαεροπορικό σύστημα για τη δική της οπλική «έρευνα και ανάπτυξη».

Η στρατηγική επιδίωξη της νοτιοαφρικανικής κυβέρνησης ήταν να εξασφαλιστεί από τη UNITA ο συνεχής έλεγχος των περιοχών που οριοθετούν τη Ναμίμπια, ώστε να αποτραπούν οι κατευθυνόμενοι από το MPLA αντάρτες της SWAPO από το να αποκτήσουν μια «περιοχή-βατήρα» στη νότια Ανγκόλα, από την οποία θα προωθούσαν τις επιθέσεις τους στο έδαφος της Ναμίμπιας. Τον Δεκέμβριο του 1987, η νοτιοαφρικανική κυβέρνηση απάντησε στην επίθεση των Κουβανών και των FAPLA εξαπολύοντας μια σειρά στρατιωτικών επιχειρήσεων από κοινού με τις δυνάμεις της UNITA, αρχίζοντας με την επιχείρηση «Modular».

Η νοτιοαφρικανική εκστρατεία κατάφερε να αποκρούσει τις FAPLA και τις κουβανικές δυνάμεις, απωθώντας τις πίσω στο Κίτο Κουαναβάλε. Οταν η μάχη τελείωσε, συνεχίστηκαν οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις και από τις δύο πλευρές. Οι Νοτιοαφρικανοί παρατηρητές διαπίστωσαν με αποστροφή πως οι στρατιώτες του FAPLA εκτέλεσαν πολλούς από τους τραυματίες τους εκεί όπου βρίσκονταν ξαπλωμένοι, επειδή ήταν ανίκανοι να τους διακομίσουν ή να τους παρέχουν την αναγκαία ιατρική φροντίδα.

Στο τέλος της ημέρας ο Νοτιοαφρικανός διοικητής, συνταγματάρχης Ντην Φερέιρα, έστειλε ένα μήνυμα στο αρχηγείο της SADF σύμφωνα με το οποίο η αποστολή τους είχε εκτελεστεί και ότι η κουβανο-ανγκολέζικη προώθηση προς τη Μαβίνγκα είχε ανακοπεί οριστικά. Η νέα του αποστολή ήταν να εκκαθαρίσει όλα τα υπολείμματα των εχθρικών δυνάμεων από την ανατολική πλευρά του ποταμού Κίτο και να οργανώσει οχυρές θέσεις, από τις οποίες θα μπορούσαν να αποτραπούν τυχόν περαιτέρω διελεύσεις προς το έδαφος της UNITA. Καμία μνεία σχετικά με την κατάληψη του Κίτο Κουαναβάλε υπήρξε, ούτε από τον συνταγματάρχη Φερέιρα, ούτε από τους προϊσταμένους του.

Η SADF, εντούτοις, θέλησε να προωθηθεί ακόμη περισσότερο σε θέσεις από τις οποίες θα μπορούσε να πλήξει με πυροβολικό το αεροδρόμιο, προκειμένου να εξουδετερώσει οριστικά τη βάση ως αφετηρία μιας ενδεχόμενης νέας επίθεσης. Το Κίτο Κουαναβάλε επέτρεπε στα κουβανικά MiG εύκολη πρόσβαση στο έδαφος της UNITA, ενώ εάν καταστρεφόταν, τα MiG θα έπρεπε να ξεκινούν από βάσεις ευρισκόμενες τουλάχιστον 175 χιλιόμετρα δυτικότερα. Οι πυροβολαρχίες των G-5 κινήθηκαν με σκοπό να θέσουν στο δραστικό βεληνεκές τους το αεροδρόμιο του Κίτο Κουαναβάλε. Η SAAF έστειλε τέσσερα Mirage ως «δόλωμα» και, ενώ τα ανγκολέζικα MiG τροχοδρομούσαν εξερχόμενα από τα ενισχυμένα υπόστεγά τους, τα G-5 σφυροκόπησαν τον διάδρομο με άφθονα βλήματα. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα ο διάδρομος και το αεροδρόμιο στο σύνολό του είχαν καταστραφεί, ενώ τα εναπομείνατα MiG αναγκάστηκαν να μετασταθμεύσουν στο Μενόνγκουε. Η UNITA χρησιμοποίησε επίσης βλήματα Stinger με εξαιρετικά αποτελέσματα: δύο Κουβανοί πιλότοι συνελήφθησαν αφού εγκατέλειψαν τα MiG τους, τα οποία κατερρίφθησαν.

Η επίθεση των Κουβανών και των FAPLA είχε αποτύχει. Αργότερα, οι Κουβανοί προσπάθησαν να περισώσουν τη φήμη τους και να εμψυχώσουν τα στρατεύματά τους διακηρύσσοντας παθιασμένα πως είχαν κερδίσει τη «Μάχη του Κίτο Κουαναβάλε, το οποίο υπερασπίστηκαν επιτυχώς ενάντια σε όλες τις νοτιοαφρικανικές επιθέσεις»!

To MPLA, φοβούμενο μιαν οριστική συντριπτική ήττα, ζήτησε ακόμη περισσότερη βοήθεια από την Κούβα. Ο Κάστρο ανταποκρίθηκε με την αποστολή περισσότερων αρμάτων μάχης, μεγάλου αριθμού πυροβόλων, αφθονίας αντιαεροπορικών όπλων, επιπλέον αεροπλάνων και νέων ανδρών (που ξεπέρασαν συνολικά, μαζί με τους ήδη υπάρχοντες, τους 50.000) για τη σωτηρία του MPLA – μια τεράστια επιχείρηση υποστήριξης που ονομάστηκε «Ελιγμός της 31ης Επετείου των Επαναστατικών Ενόπλων Δυνάμεων». Δεδομένου ότι η Κούβα στερείτο της ικανότητας να υλοποιήσει αυτή την ογκωδέστατη εφοδιαστική προσπάθεια από μόνη της, η ΕΣΣΔ συνέτεινε με την παροχή πλοίων και την εκτέλεση πολυάριθμων δρομολογίων μεταφοράς. Οι νέες κουβανικές ενισχύσεις έφθασαν στο Κίτο Κουαναβάλε στις 5 Δεκεμβρίου. Οι δυνάμεις των Νοτιοαφρικανών και της UNITA, που είχαν ήδη κερδίσει την πρωτοβουλία των κινήσεων με την επιχείρηση «Modular», εξαπέλυσαν στη συνέχεια την επιχείρηση «Hooper», πλήττοντας διαρκώς τις FAPLA και τις κουβανικές δυνάμεις που υποχωρούσαν προς το Κίτο Κουαναβάλε.

Η επιχείρηση «Hooper» διενεργήθηκε την περίοδο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 1988. Η νοτιοαφρικανική προέλαση ανακόπηκε 22 χλμ. ανατολικά του Κίτο Κουαναβάλε, στον ποταμό Τούμπο, από δυνάμεις των FAPLA οι οποίες οργάνωσαν επάλληλες ισχυρές αμυντικές θέσεις, ενισχυμένες από πυκνότατα ναρκοπέδια. Αν και ο ρυθμός των επιχειρήσεών τους μειώθηκε, οι Νοτιοαφρικανοί επέφεραν περαιτέρω σημαντικές απώλειες στις FAPLA και εξασφάλισαν τα στρατηγικής σημασίας υψώματα Τσαμπίνγκα.

Τα καταγεγραμμένα αποτελέσματα της εκστρατείας μέχρι τον Απρίλιο του 1988 ήταν τα ακόλουθα: 4.785 νεκροί από την πλευρά Κουβανών/FAPLA, με 94 κατεστραμμένα άρματα μάχης και εκατοντάδες στρατιωτικά οχήματα κάθε τύπου, έναντι 31 Νοτιοαφρικανών νεκρών, 3 κατεστραμμένων αρμάτων μάχης Olifant-Mkl (τα άρματα μάχης της SADF συμμετείχαν στον πόλεμο μετά την εκστρατεία του ποταμού Λόμπα) και 11 τεθωρακισμένων οχημάτων μεταφοράς προσωπικού της SADF. Συνολικά κατερρίφθησαν 9 MiG και μόνο ένα Mirage της SAAF.

Γιάννης Ηλιού

(συνεχίζεται)

Please follow and like us: