ΛΙΒΑΝΟΣ : ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΗΣ ΓΗΣ


Ο Λίβανος, ένα σταυροδρόμι λαών από τις απαρχές της ιστορίας, δεν σταματά ποτέ να συναρπάζει τους ταξιδιώτες. Αυτή η χώρα διέρχεται σήμερα μια σοβαρή οικονομική, χρηματοπιστωτική, πολιτική και κοινωνική κρίση που την αναγκάζει να επανεφεύρει επειγόντως τον εαυτό της για να μην βυθιστεί σε διαρκές χάος. Η χώρα έχει τεράστιες δυνατότητες και απλώς περιμένει να αναπτυχθεί και αν είναι δυνατό να επανασυνδεθεί με το ένδοξο παρελθόν της χώρας των κέδρων. Τα 15 χρόνια εμφυλίου πολέμου – από το 1975 έως το 1990 – εμπόδισαν την ανάπτυξη του Λιβάνου, ο οποίος στην συνέχεια ανοικοδομήθηκε με έναν εντελώς άναρχο τρόπο. Ο στραγγαλισμός των πολιτικών φατριών και η ευτελισμός της διαφθοράς συμβάλλουν στην απουσία εθνικής πολιτικής. Το κράτος απουσιάζει. Απόδειξη αυτού είναι η σημερινή κενή θέση της Προεδρίας της Δημοκρατίας από τον Οκτώβριο του 2022. Η χώρα διοικείται από μια κυβέρνηση η οποία παραιτήθηκε τον Μάιο του 2022. Αντιμέτωπος με τον αποκλεισμό των διαφόρων πολιτικών μπλοκ, ο Λίβανος φαίνεται να βρίσκεται σε αδιέξοδο.

Μια σειρά από κρίσεις
Η χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση που διέρχεται η χώρα είναι μια από τις χειρότερες στην ιστορία της ανθρωπότητας, η πιο σοβαρή από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα. Από τον Οκτώβριο του 2019, η λίρα Λιβάνου (LL) συνέχισε να υποτιμάται. Ενώ το δολάριο διαπραγματευόταν για 1.500 LL, σήμερα αξίζει σχεδόν 100.000. Αυτό είναι μια πραγματική καταστροφή για πολλές οικογένειες που δεν μπορούν πλέον να καλύψουν τα τρέχοντα έξοδα. Ο πληθωρισμός είναι σε υψηλό επίπεδο και περισσότερο από το 80% του πληθυσμού ζει τώρα κάτω από το όριο της φτώχειας. Η κατάσταση ωθεί όλο και περισσότερους Λιβανέζους στην εξορία, είτε έχουν τα μέσα να πάρουν αεροπλάνο για την Γαλλία ή ακόμα και τον Καναδά είτε αναγκάζονται να προσπαθήσουν να φτάσουν στην Κύπρο με αυτοσχέδια σκάφη. Η χώρα αδειάζει από τους κατοίκους της, κυρίως από τους νέους. Πολλά νοικοκυριά εξαρτώνται εξ ολοκλήρου από μεταφορές χρημάτων από την διασπορά. Ο Λίβανος είναι η μόνη χώρα στον κόσμο που έχει περισσότερους πολίτες στο εξωτερικό παρά εντός των συνόρων του. Αυτή η ιδιαιτερότητα είναι που κρατά την χώρα όρθια, αλλά οι ανισότητες είναι κραυγαλέες και πολλές οικογένειες βουλιάζουν. Η Τρίπολη (200.000 κάτοικοι), στα βόρεια της χώρας, λέγεται ότι είναι η φτωχότερη πόλη της Μεσογείου. Αυτή η πόλη, η οποία ωστόσο είναι γεμάτη ιστορικά απομεινάρια, έχει γίνει το σύμβολο της κρίσης του Λιβάνου, οι κάτοικοι εκεί δεν έχουν πλέον αρκετά να φάνε. Η χρηματοπιστωτική κρίση, που έχει γίνει οικονομική κρίση, μετατρέπεται σε κοινωνική κρίση. Οι κοινοτικές εντάσεις επανεμφανίζονται. Οι ασθενείς δεν μπορούν πλέον να νοσηλευτούν, οι νοσηλείες είναι απρόσιτες και τα φάρμακα, όταν δεν είναι σε έλλειψη, είναι πολύ ακριβά. Οι αποταμιευτές εισβάλλουν στην τράπεζά τους, με το όπλο στο χέρι, για να αποσύρουν τις δικές τους αποταμιεύσεις. Ως αποτέλεσμα, η επαιτεία και η εγκληματικότητα εκτοξεύτηκαν στα ύψη. Εδώ βρίσκεται η χώρα με το παρατσούκλι «η Ελβετία της Μέσης Ανατολής».

Στον Λίβανο το κράτος απουσιάζει. Η κατάσταση επιδεινώθηκε περαιτέρω με την οικονομική κατάσταση. Οι υποδομές, όπως και οι δρόμοι, είναι σε καταστροφική κατάσταση, ακόμη και οι λωρίδες είναι σπαρμένες με τρύπες. Οι σήραγγες δεν είναι φωτισμένες και δεν έχουν σήμανση δαπέδου. Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας είναι ανεπαρκής και τα νοικοκυριά έχουν κατά μέσο όρο μόνο τέσσερις ώρες ηλεκτρικής ενέργειας την ημέρα. Η διανομή του νερού είναι επίσης χαοτική, όπως και η αποκομιδή των σκουπιδιών. Για ρεύμα, νερό και απορρίμματα, οι πολίτες οι οποίοι έχουν ακόμη τα μέσα, πρέπει να απευθύνονται σε ιδιωτικές εταιρείες. Ο ιδιωτικός τομέας είναι πανταχού παρών στην χώρα, και αναπληρώνει την απουσία δημόσιων αρχών. Ακόμη και οι τομείς της υγείας και της εκπαίδευσης εξαρτώνται σχεδόν αποκλειστικά από αυτόν. Η φροντίδα και η εκπαίδευση των παιδιών γίνεται μια πολυτέλεια που όλο και περισσότεροι Λιβανέζοι δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά. Η φοίτηση σε γαλλικό σχολείο κοστίζει έως και 10.000 ευρώ ετησίως. Ο άτυπος οικονομικός τομέας, όπως και η παιδική εργασία, αποτελούν σημαντικό στοιχείο της λιβανικής αγοράς εργασίας. Σύμφωνα με την UNICEF, οι οικογένειες στέλνουν τα παιδιά τους στην δουλειά από την ηλικία των 6 ετών. Η εμπορία περιλαμβάνει όπλα και τα ναρκωτικά. Η χώρα έχει γίνει ο κύριος εξαγωγέας κάπταγκον (ένα συνθετικό ναρκωτικό που αποτελείται από αμφεταμίνες) στις χώρες του Κόλπου.

Αυτή η συσσώρευση κρίσεων οδηγεί σε μια σοβαρή πολιτική κρίση. Αν η πολιτική του Λιβάνου είναι ιδιαίτερη και οι κυβερνήσεις είναι πάντα εύθραυστες, η τρέχουσα κατάσταση είναι ωστόσο ανησυχητική. Η χώρα διοικείται από μια κυβέρνηση που παραιτείται για περισσότερο από ένα χρόνο. Ο δισεκατομμυριούχος Μαγκίμπ Μικάτι εξακολουθεί να είναι Πρωθυπουργός υπεύθυνος για τις καθημερινές εργασίες, χωρίς να μπορεί να ξεκινήσει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Ο διορισμός νέας κυβέρνησης εξαρτάται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Με το τέλος της θητείας του Μισέλ Αούν, η προεδρία είναι κενή και οι πολιτικές παρατάξεις δεν καταλήγουν σε συναίνεση. Οι ψηφοφορίες στην Βουλή διαδέχονται η μία την άλλη χωρίς να προκύπτει πλειοψηφία. Οι ξένες δυνάμεις διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην διαδικασία, με τον Λίβανο να αποτελεί εστία παρέμβασης. Το Ιράν, η Σαουδική Αραβία, η Τουρκία, το Ηνωμένο Βασίλειο, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Γαλλία δραστηριοποιούνται πολύ εκεί. Επιπλέον, ο Ζαν Υβ λε Ντριάν, πρώην υπουργός Εξωτερικών, μόλις διορίστηκε –τον Ιούνιο του 2023– από τον Eμμανουέλ Mακρόν ως ειδικός απεσταλμένος στον Λίβανο. Είναι υπεύθυνος για την εξεύρεση λύσεων στην πολιτική κρίση και για να βοηθήσει τους Λιβανέζους να ξεπεράσουν το αδιέξοδο. Το πρόβλημα είναι ότι η περιοδεία του είναι μεροληπτική, ξεκινά με τον Μαρωνίτη πατριάρχη και δεν περιλαμβάνει καμία συνέντευξη με την Χεζμπολάχ. Ωστόσο, το σιιτικό κόμμα είναι μια ουσιαστική πολιτική δύναμη στον Λίβανο και καμία λύση δεν μπορεί να προκύψει χωρίς την έγκρισή του. Αν η Γαλλία είναι πράγματι εμφανώς ταραγμένη με τον Λίβανο τα τελευταία χρόνια, τα αποτελέσματα είναι μάταια. Οι δυνάμεις της Μέσης Ανατολής φαίνεται να έχουν πολύ μεγαλύτερη επιρροή στην τοπική σκηνή και η πρώην γαλλική εξουσία δεν βαραίνει απέναντι στα πετροδολάρια. Τα βλέμματα στρέφονται περισσότερο στο Ιράν ή στην Σαουδική Αραβία και σε μικρότερο βαθμό στο Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ή ακόμα και στην Τουρκία και στην Αίγυπτο. Η τελευταία, όπως και η Συρία, χάνει την επιρροή της στην χώρα των Κέδρων λόγω των μεγάλων εσωτερικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει. Κάποιοι φοβούνται ότι η Αίγυπτος θα έχει την ίδια μοίρα με τον Λίβανο, δηλαδή ξεχνάμε ότι στην χώρα των πυραμίδων έχουμε ένα ισχυρό και καλά οργανωμένο κράτος, κάτι που δεν συμβαίνει απολύτως στην χώρα των Κέδρων. Στον Λίβανο, κάθε περιοχή, κάθε δήμος διοικείται από έναν αρχηγό φυλής, έναν τοπικό «ζαϊμ», στον οποίο ο πληθυσμός ορκίζεται πίστη. Η διαφθορά μαστίζει την χώρα σε όλα τα επίπεδα.

Χαοτική ανάπτυξη, διαχείριση κατά περίπτωση
Διεθνώς, ο αστικός χαρακτήρας του Λιβάνου συμβολίζεται από την πρωτεύουσά του Βηρυτό, μια πόλη-κλειδί στην ανατολική ακτή της λεκάνης της Μεσογείου. Η μητροπολιτική της περιοχή έχει περισσότερους από δύο εκατομμύρια κατοίκους, για μια χώρα που έχει μόλις πέντε συνολικά. Αυτό προκαλεί ανισορροπία στον αστικό ιστό και στην ανάπτυξη της χώρας.

Αλλά το λιβανέζικο αστικό τοπίο απέχει πολύ από το να περιορίζεται σε αυτήν την εικόνα. Στην πραγματικότητα, ο Λίβανος είναι μια χώρα όπου η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού συγκεντρώνεται σε πόλεις που βρίσκονται σε μια στενή παράκτια λωρίδα η οποία είναι κορεσμένη. Ο Λίβανος είναι μια μικρή χώρα (10.452 km2, ισοδύναμο μόλις δύο γαλλικών διαμερισμάτων και η μικρότερη χώρα στην λεκάνη της Μεσογείου), όπου η πυκνότητα πληθυσμού είναι υψηλή (πάνω από 500 κάτοικοι ανά χμ2) και η κατοχή γης που αφορά κατά ένα τέταρτο σε αστικούς χώρους (οι αστικοί και αγροτικοί χώροι καταλαμβάνουν την ίδια έκταση παγκοσμίως και στον Λίβανο, 24 έναντι 27%). Υπάρχει επομένως μια αστική συνέχεια στις ακτές του Λιβάνου που εκτείνεται σε περίπου πενήντα χιλιόμετρα μεταξύ Βηρυτού και Τζμπεϊλ (ΣτΜ Βύβλος). Οι άλλες κύριες πόλεις της χώρας βρίσκονται όλες επίσης στην ακτή: Τρίπολη, Σαϊδα (ΣτΜ Σιδώνα), Tύρος.

Ως εκ τούτου, η χώρα χαρακτηρίζεται από έναν πολύ ισχυρό αλλά και πολύ ανισόρροπο αστικό χαρακτήρα, ο οποίος δεν είναι χωρίς περιορισμούς όσον αφορά την ανάπτυξη.

Αυτό που χτυπά στο μάτι του εξωτερικού επισκέπτη από αστική σκοπιά είναι το φαινομενικό χάος, η αναρχία της πρόσοψης που βασιλεύει σε αυτή την λιβανέζικη παράκτια λωρίδα. Οι χώροι δίνουν την εντύπωση ότι έχουν τακτοποιηθεί κατά τύχη και ευκαιρία, επικαλύπτοντας κατασκευές και εξοπλισμό με την πάροδο του χρόνου και την καταστροφή χωρίς σαφώς αναγνωρίσιμη συνοχή. Μπορούμε να αναφέρουμε μερικές από τις σημαντικότερες αναπτυξιακές δυσλειτουργίες της χώρας:

Οι περισσότερες από τις αποκαλούμενες δικτυακές υποδομές αποτυγχάνουν λόγω της υπερβολικής ζήτησής τους και ιδιαίτερα της μαζικής απεμπλοκής του λιβανικού κράτους. Ως αποτέλεσμα, η δημόσια διανομή ηλεκτρικής ενέργειας φτάνει στα νοικοκυριά, στην καλύτερη περίπτωση, λίγες ώρες την ημέρα λόγω προβλημάτων με την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Η αποκομιδή απορριμμάτων γίνεται ανεπίσημα και δεν είναι ασυνήθιστο να βλέπεις απορρίμματα να «αποτεφρώνονται» απευθείας σε κάδους στην άκρη του δρόμου. Αυτές οι αστοχίες οδηγούν σε μεγάλα προβλήματα ρύπανσης (απορρίψεις που συνδέονται με αυτές τις άγριες αποτεφρώσεις, αλλά κυρίως αναρίθμητες ποσότητες σκουπιδιών που λερώνουν τις άκρες των δρόμων του Λιβάνου) και την υποβάθμιση του περιβάλλοντος.

Ο τομέας των μεταφορών υποφέρει επίσης από εγκατάλειψη από την πλευρά του λιβανικού κράτους. Οι οδικές υποδομές διατηρούνται τυχαία, και υπάρχει ένας μόνο αυτοκινητόδρομος που συνδέει την χώρα από το βορρά προς τον νότο, ένας αυτοκινητόδρομος που συχνά έχει συμφόρηση, όπου η έννοια της οδικής ασφάλειας είναι σχετική (χωρίς ράμπες πρόσβασης, με πλανόδιους εμπόρους στο πλάι κ.λπ.). Επιπλέον, η χώρα δεν διαθέτει σύστημα δημόσιων συγκοινωνιών, είτε αστικών (χωρίς μετρό ή τραμ στην Βηρυτό) είτε υπεραστικών (χωρίς σιδηροδρομική σύνδεση στην χώρα). Αυτή η κατάσταση δημιουργεί μια απόλυτη εξάρτηση από το αυτοκίνητο (ακόμη και οι πιο μέτρια οικονομικά έχουν αυτοκίνητο, μερικές φορές άνω των 50 ετών…) που είναι εξαιρετικά επιβλαβές όσον αφορά την ρύπανση και τα ατυχήματα (900 θάνατοι και περισσότεροι από 6000 τραυματισμοί το 2014, δηλαδή ποσοστό τέσσερις φορές υψηλότερο από αυτό της Γαλλίας).

Από αυστηρά πολεοδομική άποψη, το πιο εντυπωσιακό στοιχείο αφορά τον αριθμό των χώρων που εγκαταλείφθηκαν πριν ολοκληρωθούν οι εργασίες. Ο αριθμός των ημιτελών κτιρίων που κατοικούν στο λιβανέζικο τοπίο είναι συγκλονιστικός, δεν γλιτώνει σχεδόν κανένας δρόμος! Και επηρεάζονται όλες οι περιοχές, ακόμη και τα ορεινά χωριά της ενδοχώρας δεν αποτελούν εξαίρεση. Αυτό μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός ότι ο τομέας ανάπτυξης ακινήτων είναι σημαντικός παράγοντας στην οικονομία και στην πολιτική του Λιβάνου. Οι τοπικές αρχές δυσκολεύονται πολύ να βαρύνουν μπροστά στους αγοραστές γης με κάθε κόστος για να κατασκευάζουν συνεχώς νέα προγράμματα ακινήτων. Όμως, σε ένα πλαίσιο οικονομικής αβεβαιότητας και συνεχούς υποβάθμισης του βιοτικού επιπέδου του Λιβάνου, η αύξηση του κόστους κατά την κατασκευή καθώς και η απουσία καταστημάτων για την πώληση αυτών των προγραμμάτων ακινήτων οδηγεί πολύ συχνά στην ξαφνική διακοπή της εργασίας, αφήνοντας έτσι αμέτρητες ερημικά, εγκαταλελειμμένα πριν ακόμη μπορέσουν να κατοικηθούν κτίρια.

Τέλος, σε αρχιτεκτονικό επίπεδο, μπορεί να σημειωθεί ότι αυτή η εγκατάλειψη του κράτους και η επακόλουθη υποβάθμιση επηρεάζει και την λιβανέζικη κληρονομιά. Αυτό ισχύει για δύο εμβληματικές τοποθεσίες της χώρας: αφενός την ιστορική τοποθεσία της κοιλάδας Νάαρ αλ-Καλμπ, όπου οι στήλες οι οποίες αναγράφουν περισσότερες από τρεις χιλιετίες της ιστορίας της χώρας αφήνονται στην ρύπανση του δρόμου που μερικές φορές περνάει δίπλα τους μερικά εκατοστά, και στην υποβάθμιση από κάποιους άστοχους καλλιτέχνες γκράφιτι… Από την άλλη, ο χώρος της διεθνούς έκθεσης στην Τρίπολη, ένα από τα ωραιότερα δείγματα της δουλειάς του Βραζιλιάνου αρχιτέκτονα Οσκαρ Νιμέγερ αφήνεται στην εγκατάλειψη και στην φθορά του χρόνου… Να θυμάστε ότι σχεδόν όλη η εργασία για την αποκατάσταση και την ανάδειξη της υπέροχης λιβανέζικης κληρονομιάς είναι καρπός ξένων χωρών ή ΜΚΟ. Και η απεμπλοκή της Πολιτείας στον τομέα αυτό καθώς και η αναπτυξιακή και πολεοδομική αδράνειά της απειλούν καθημερινά την διατήρηση αυτών των θησαυρών.

Φαίνεται λοιπόν ότι η απουσία του λιβανικού κράτους όσον αφορά τον χωροταξικό σχεδιασμό δημιουργεί μια κατάσταση πλήρους laissez-faire, όπου τα ιδιωτικά συμφέροντα καθοδηγούν σε μεγάλο βαθμό την αστική ανάπτυξη, την οργάνωση και την λειτουργία της. Αυτή η κατάσταση, που αποτελεί μέρος μιας περιορισμένης γεωγραφικής διαμόρφωσης, δημιουργεί πολλές αρνητικές συνέπειες όπως ανισότητες, ρύπανση, υποβάθμιση του περιβάλλοντος και της κληρονομιάς, καθημερινές δυσκολίες για τον πληθυσμό (ταξίδια, περιβάλλον διαβίωσης, υπηρεσίες κ.λπ.) Ωστόσο, αυτή η κατάσταση δεν είναι αναπόφευκτη και υπάρχουν λύσεις για να αλλάξει η κατάσταση.

Λύσεις και προοπτικές
Οι Λιβανέζοι έχουν επιδείξει μια εκπληκτική ανθεκτικότητα απέναντι στις δυσκολίες που έχουν περάσει και η επιθυμία να βελτιώσουν την κατάσταση της χώρας τους δεν λείπει.

Όσον αφορά την ανάπτυξη, είναι σημαντικό αυτή η επιθυμία να αλλάξουν τα πράγματα να συνοδεύεται και να καθοδηγείται από το κράτος. Το κράτος και οι δημόσιες αρχές έχουν να διαδραματίσουν ουσιαστικό ρόλο σε αυτόν τον τομέα, διότι είναι αυτοί που θέτουν τους κανόνες και τους επιβάλλουν, σκιαγραφούν τις κύριες αναπτυξιακές κατευθυντήριες γραμμές της χώρας και χρηματοδοτούν τις δομικές υποδομές στις οποίες θα στηριχθεί.

Όσον αφορά το θέμα των υποδομών των μεταφορών, έχουμε δει προηγουμένως ότι η χώρα είναι ανεπαρκώς εξοπλισμένη σε αυτόν τον τομέα, με ελλείψεις οι οποίες επιδεινώθηκαν από την καταστροφή του λιμανιού της Βηρυτού το καλοκαίρι του 2020. Ωστόσο, αποτελεσματική υποδομή μεταφορών που επιτρέπει αξιόπιστα ταξίδια, γρήγορα και φθηνά είναι απαραίτητη για την κινητικότητα του πληθυσμού και την οικονομική ανάπτυξη.

Η χώρα επωφελήθηκε από μια σιδηροδρομική υπηρεσία βορρά-νότου μέχρι το ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου το 1975, αλλά από τότε το δίκτυο έχει εγκαταλειφθεί παρά την ύπαρξη ενός Γραφείου Σιδηροδρόμων και Δημοσίων Μεταφορών (OCFTC) που εξακολουθεί να είναι ενεργό. Αυτό το δίκτυο εγκαινιάστηκε το 1895 και αποτελούταν από 200 χλμ τροχιών διάσπαρτες με περίπου σαράντα σταθμούς. Έχουν προκύψει αρκετά έργα επανενεργοποίησης, βασιζόμενα σε προηγούμενες υποδομές, αλλά μέχρι στιγμής έχουν μπλοκαριστεί λόγω έλλειψης χρηματοδότησης. Ένα από τα τρέχοντα έργα βασίζεται σε συνεργασία με την Alstom, και είναι η διεξαγωγή μελέτης σκοπιμότητας για την επανενεργοποίηση του λιβανέζικου σιδηροδρομικού δικτύου, σε συνεργασία με το Γαλλικό Υπουργείο Μεταφορών, το οποίο πρόκειται να δωρίσει λεωφορεία για τις δημόσιες συγκοινωνίες στον Λίβανο. Πολύ πρόσφατα, στις αρχές Φεβρουαρίου 2023, προέκυψε ένα άλλο έργο, σε συνεργασία με την Ισπανία, το οποίο θα χρηματοδοτούσε τις εν λόγω μελέτες πριν δεσμευτεί για ανακατασκευή του δικτύου. Αυτό έχει γίνει ένα κρίσιμο ζήτημα για πολλούς Λιβανέζους που βλέπουν ότι τα ταξίδια με το αυτοκίνητό τους περιορίζονται ολοένα και περισσότερο από την άνοδο των τιμών των καυσίμων.

Γενικότερα, στο ζήτημα του πολεοδομικού σχεδιασμού στον Λίβανο, οι δημόσιες αρχές είναι αυτές που πρέπει να ανακτήσουν τον έλεγχο προκειμένου να διεξαγάγουν μια αιτιολογημένη και ισόρροπη ανάπτυξη του εδάφους, προκειμένου να τεθεί τέλος στις ευκαιριακές εξελίξεις που προκαλούν αυτή την μορφή άναρχης και ανεξέλεγκτης πολεοδομίας. Η Πολιτεία πρέπει να θέσει αυστηρότερους κανόνες χρήσης γης και δόμησης και κυρίως, πιο δύσκολο, να τους επιβάλει. Ως εκ τούτου, είναι πολύ ενδεικτικό ότι μετά την έκρηξη το καλοκαίρι του 2020 στην Βηρυτό, οι αρχές έπρεπε να ψηφίσουν νόμο για το πάγωμα των συναλλαγών ακινήτων και γης σχετικά με τον κατεστραμμένο τομέα για μια περίοδο δύο ετών προκειμένου να περιορίσουν τις ορέξεις και να αποφευχθεί έτσι μια χαοτική ανοικοδόμηση και έξωση των κατοίκων που ζούσαν εκεί πριν από την καταστροφή.

Όπως σημειώθηκε παραπάνω, ο Λίβανος είναι διάσπαρτος με ημιτελή προγράμματα ακινήτων που έχουν μείνει εγκαταλελειμμένα. Οι δημόσιες αρχές θα πρέπει να προσπαθήσουν να αναπτύξουν αυτό το κοίτασμα (στον βαθμό που το επιτρέπει η κατάσταση των κτιρίων) ενθαρρύνοντας οικονομικά την επανέναρξη των εργασιών για να καταστεί δυνατή η ολοκλήρωσή τους. Αυτός θα ήταν ένας τρόπος να παραχθούν γρήγορα κατοικίες με χαμηλότερο κόστος, αποφεύγοντας ταυτόχρονα την τεχνητή εκμετάλλευση της γης.

Υπάρχουν λοιπόν πολλές λύσεις που τείνουν προς μια πιο ισορροπημένη και αποτελεσματική ανάπτυξη και πολεοδομικό σχεδιασμό με σεβασμό στο περιβάλλον. Η βούληση του λιβανέζικου πληθυσμού να το πετύχει αυτό δεν λείπει, εναπόκειται όμως πάνω απ’ όλα στο κράτος να λάβει τα μέτρα και να το αντιμετωπίσει γιατί ο σχεδιασμός του εδάφους είναι μια κατεξοχήν πολιτική πράξη, που πρέπει να επιτρέπει την μείωση της κοινωνικής και εδαφικής κατάτμησης. Ως εκ τούτου, οι λιβανικές αρχές πρέπει να τερματίσουν την πολιτική laissez-faire που οδήγησε σε όλο και περισσότερο κατακερματισμό και δυσλειτουργία στην κοινωνία. Για αυτό, θα ήταν απαραίτητο να πραγματοποιηθούν μαζικές επενδύσεις στον τομέα του περιφερειακού σχεδιασμού, μια φιλοδοξία ωστόσο αβέβαιη καθώς το λιβανέζικο κράτος φαίνεται να αποτυγχάνει λίγο περισσότερο κάθε μέρα.

Δεν μπορεί παρά να ευχόμαστε ο Λίβανος να βγει από αυτές τις πολλαπλές κρίσεις και να βιώσει μια εξέλιξη που θα ωφελήσει ολόκληρο τον πληθυσμό. Η χώρα έχει τόσα πολλά να προσφέρει στους κατοίκους και τους επισκέπτες της. Η θρησκευτική, έστω και φυλετική, διχοτόμηση της χώρας πρέπει να τελειώσει, ώστε να μπορέσει να αναδυθεί ένα στέρεο κράτος και να αναλάβει τον έλεγχο της ανάπτυξης της επικράτειας. Πρέπει να τεθεί σε εφαρμογή μια πραγματική δημόσια πολιτική για να σταματήσει η εγκατάλειψη δεκαετιών σε ιδιώτες επενδυτές που έχουν μόνο ένα ατομικιστικό και βραχυπρόθεσμο όραμα για την ανάπτυξη αυτής της απίστευτης χώρας. Οι αβυσσαλέες ανισότητες πρέπει να εξασθενίσουν και να αναδυθεί μια συνεκτική ανάπτυξη, ώστε οι Λιβανέζοι να μην είναι πλέον ικανοποιημένοι με το να είναι ανθεκτικοί, αλλά να μπορούν επιτέλους να ζήσουν ειρηνικά.

των  Σίντι Αμπάς & Αμορύ Γκαντόν-Βαγιέ 
—————————
Ο Σίντι Αμπάς είναι ειδικός στην γεωπολιτική. Με καταγωγή από το Μαγκρέμπ, ζει χρόνια στην Μέση Ανατολή, στην Αίγυπτο, στην Συρία και στον Λίβανο. Συμβουλεύει πολλούς οργανισμούς που επιθυμούν να εγκατασταθούν στην περιοχή της Εγγύς και Μέσης Ανατολής. Δημοσιεύει τακτικά αναρτήσεις και άρθρα στο διαδίκτυο για τον Λίβανο και τις γειτονικές χώρες.
Ο Αμορύ Γκαντόν-Βαγιέ είναι πτυχιούχος γεωγραφίας, πολεοδομίας και χωροταξίας, ενδιαφέρεται για όλα τα ζητήματα που αφορούν τον αγροτικό κόσμο και την σύνδεσή του με την αστική ανάπτυξη. Κατείχε θέσεις ως πολεοδόμος στην Νότιο Γαλλία. Επισκέφτηκε τον Λίβανο τον Οκτώβριο του 2021.

Please follow and like us: